17 getures forced uttered

Όλη η διαδικασία θέασης της νέας χορογραφικής "εγκατάστασης" -όπως διαβάζουμε στα δελτία τύπου- της Ίρις Κάραγιαν διαφέρει εμφανώς από την εμπειρία μίας παράστασης: ο τόπος που συμβαίνει, η ελεύθερη είσοδος, η αφίσα που μοιράζεται αντί προγράμματος, η απουσία θέσεων, σκηνικών και κουστουμιών, η δυνατότητα να κινηθείς στο χώρο, η εγγύτητα με τους χορευτές. Η αίσθηση που έχει κανείς μπαίνοντας στην γκαλερί AMP είναι αυτή της απόλυτης γεωμετρίας. Ένα λευκό τετράγωνο (white cube) φωτισμένο με νέον, το οποίο τέμνεται από τέσσερις συμμετρικά τοποθετημένες κολόνες, που περιορίζουν εξίσου τη θέαση όπου και αν επιλέξει να σταθεί κανείς. Εκτός από τους πέντε χορευτές που είναι ήδη εκεί, τα λίγα μίνιμαλ έργα ενισχύουν την αίσθηση ενός συμμετρικού στέρεου σχήματος. Ένα μαύρο ορθογώνιο και πέντε εκτυπώσεις σε μέγεθος Α4 όπου είτε διαβάζει κανείς οδηγίες είτε αναγνωρίζει καθαρά σχήματα. Όταν μπουν όλοι οι θεατές η πόρτα της γκαλερί κλείνει, κλειδώνοντας ταυτόχρονα την αίσθηση αυτής της ισχυρής γεωμετρίας αλλά και της ιδιωτικότητας που απαιτεί η εμπειρία της παράστασης. Η παρουσία του κόσμου περιμετρικά της γκαλερί δεν καταφέρνει να αλλοιώσει αυτή την αίσθηση. Τοποθετηθήκαμε άλλωστε όλοι στατικά στο χώρο, ενώ ελάχιστοι υπερέβησαν τη σύμβαση της ακίνητης και σιωπηλής θέασης για να μετακινηθούν στο χώρο παρά τις ξεκάθαρες «οδηγίες προς τους θεατές» να κινηθούμε το χώρο ελεύθερα και να αλλάξουμε θέση.

Όπως διαβάζουμε στο κείμενο της παράστασης «δεκαπέντε φωτογραφίες από τις πορείες διαμαρτυρίας του Δεκέμβρη του 2008 και δύο ακόμη εκτός θέματος, συλλέγονται από το διαδίκτυο και αποτελούν το υλικό του έργου». Οι πέντε ερμηνευτές -δύο άντρες και τρεις γυναίκες- σωματοποιούν αυτές τις 17 φωτογραφίες· τις κάνουν τρισδιάστατες και τις τοποθετούν στο χώρο· τους αλλάζουν μέτωπα και τις πολλαπλασιάζουν· τις συσχετίζουν δημιουργώντας εφήμερες συμμετρίες και τις περιγράφουν. Τα σώματα δίπλα μας στέκονται για λίγο με μεγάλη ακρίβεια και έτσι γίνονται ζωντανά γλυπτά, στα οποία διακρίνει κανείς ξεκάθαρες ανθρώπινες στάσεις. Δεν υπάρχει αμφισημία στην αναγνώριση αυτών των εικόνων. Σταδιακά άλλωστε οι χορευτές τις περιγράφουν: «πέταγμα πέτρας», «στάση υπόκλιση», «χειροκρότημα», «πλαϊνή θέση ένα», «προστατεύω το πρόσωπο», «καθιστή θέση», «τράβηγμα μπλούζας», «σπρώξιμο», «σημαδεύω μπροστά σαν να κρατάω όπλα» και επίσης θέσεις του μπαλέτο, dégagé, Passé, Jeté, Pas de bourré, arabesque.
Οι πόζες δημιουργούνται συσχετικά με το χώρο, τους χορευτές μεταξύ τους και τους θεατές. Είναι συγχρονισμένες ή όχι, γίνονται από όλους ή μόνο από κάποιους, συνοδεύονται από λεκτική περιγραφή ή όχι, διαφέρουν σε διάρκεια, παράγουν συνεχώς νέες εναλλασσόμενες γεωμετρίες. Τα φώτα νέον αλλάζουν από λευκά σε ροζ σε κίτρινα και σε γαλάζια και οι αλλαγές αυτές γίνονται επί σκηνής από τους ίδιους τους χορευτές. Κάποια στιγμή οι πόζες ζωντανεύουν, οι χορευτές βγαίνουν από την απομόνωσή τους, κοιτάζονται, επικοινωνούν. Η παράσταση μοιάζει με παιχνίδι, το τρέξιμο γίνεται πραγματικό και τα φώτα σβήνουν. Τους βλέπουμε αχνά αλλά ακούμε καθαρά το τρέξιμο και τις ανάσες τους. Ένα ηχητικό συμβάν χορογραφημένο. Όταν τα φώτα ανοίγουν διακρίνουμε τη μορφή αυτής της χορογραφίας· τις σχέσεις των χορευτών με το χώρο και μεταξύ τους και με τις ταχύτητες που οι δύο αυτοί παράγοντες περιοριστικά διαμορφώνουν.
Μέχρι αυτό το σημείο της παράστασης, η εξερεύνηση των σχέσεων με τη γεωμετρία ενός άδειου χώρου, τα απομονωμένα σώματα, η περιγραφή των πράξεων διαμέσου της γλώσσας, η προσεκτική επιτέλεση, η εμμονή που δημιουργεί η επανάληψη και η αίσθηση της ισορροπίας, υποδεικνύουν μία συνομιλία του έργου με τις ασπρόμαυρες βιντεοταινίες του εικαστικού καλλιτέχνη Bruce Nauman. Η συνομιλία αυτή μοιάζει να έρχεται ως συνέχεια της προηγούμενης δουλειάς της χορογράφου, το Manual Solos, όπου μία κάθε φορά χορεύτρια επαναδιαπραγματεύεται συγχρονικά με το Wall-Floor Positions του αμερικανού εικαστικού και το Water Motor της Trisha Brown που προβάλλονται πίσω της σε όλη τη διάρκεια της παράτασης.

Η ιδέα μίας χορογραφικής εγκατάστασης που διαλέγεται με τον Δεκέμβρη του 2008 ενέχει ένα ρίσκο. Για τους περισσότερους από όσους παρευρίσκονται στην αίθουσα ο Δεκέμβρης του 2008 είναι μία βιωμένη εμπειρία. Καθένας τον βίωσε διαφορετικά, ανάλογα με τη συμμετοχή του, την ηλικία του, τις κουβέντες που συμμετείχε, τις εντάσεις που αισθάνθηκε, τους ανθρώπους που τον μοιράστηκε. Καθένας κουβαλάει τις δικές του μνήμες, τις δικές του ερμηνείες, τις προσωπικές του αφηγήσεις. Ωστόσο το 17 gestures forced to uttered δεν διατείνεται ότι ερμηνεύει τα γεγονότα. Δεν επεξηγεί ούτε υποδεικνύει. Σε μία συνέντευξή της η χορογράφος λέει «Το 17 gestures forced uttered συλλέγει από το διαδίκτυο 15 φωτογραφίες που καταγράφουν στιγμές από τις πορείες του 2008. Μελετά τη διαδικασία δημιουργίας αφηγήσεων μέσω της αντίστιξης, της επανάληψης, της κίνησης και της ακινησίας. Δούλεψα με αυτές τις εικόνες ως ένα φωτογραφικό αρχείο από κινήσεις και χειρονομίες. Το έργο δοκιμάζει να τις εγγράψει στο σώμα και το χώρο σαν ένα ζωντανό αρχείο που δημιουργεί νοήματα και εναλλασσόμενες αφηγήσεις».
Τα συμβάντα γίνονται υλικό για κινήσεις και χειρονομίες. Η δημιουργία αφηγήσεων επαφίεται στο θεατή. Μία προσπάθεια «να κατανοήσει το σώμα ως φορέα νοημάτων και μνήμης» όπως διαβάζουμε στο κείμενο της παράστασης αφήνει περιθώρια για την αναγνώριση του σώματος του καθενός που βρίσκεται μέσα στο απόλυτο αυτό τετράγωνο. Το δηλώνει η χορογράφος ξεκάθαρα όταν διερωτάται: «τί εγγράφεται στο σώμα, τί αρθρώνεται με την κίνηση και τί ενεργοποιείται με τη θέαση;»
Έτσι, τα συμβάντα του 2008 μπορεί να αποτελούν απλώς μία αφορμή για τον τρόπο που τυχαίες εικόνες δημιουργούν πολλαπλές αφηγήσεις, καθώς οι εικόνες αυτές συνθέτονται από αναγνωρίσιμες χειρονομίες, από την απομάκρυνση, τη μετακίνηση, την εγγύτητα, την ταχύτητα, το χώρο. H επιλογή των ρημάτων «forced» και «uttered» στον τίτλο είναι ιδιαίτερα δηλωτικοί. Οι χειρονομίες εξαναγκάστηκαν να αρθρώσουν, να εκφράσουν, να πουν.
Κλείνω λοιπόν αυτό το κείμενο μεταφέροντας το κομμάτι εκείνο με το οποίο στην παράσταση αναγνώρισα τα θραύσματα μίας αφήγησης. Δέκα χρόνια μετά η μνήμη των συμβάντων του 2008 αφορούν την αίσθηση μίας γενικευμένης αναταραχής. Την αίσθηση αυτή σωματοποιούν οι χορευτές που τρέχουν, μεγεθύνοντάς την έτσι αντιθετικά με την προηγούμενη λιγότερο κινητική γεωμετρία. Στο μυαλό μου έρχονται σκηνές από πορείες, από ανθρώπους που τρέχουν όχι μόνο σε υποχώρηση αλλά και σε θέση επίθεσης. Σκηνές όχι μόνο από τον Δεκέμβρη του 2008 αλλά και από άλλα αντίστοιχα γεγονότα.  Και όταν τελειώνει το τρέξιμο, το λαχάνιασμα των χορευτών μου φαίνεται παράλληλο με το λαχάνιασμα των ίδιων των συμβάντων, την αναστάτωση που φέρνει η συμμετοχή, την κληρονομιά της εμπειρίας. Αλλά η παράσταση δεν τελειώνει εκεί. Έχω την αίσθηση ότι αναστοχάζεται επί σκηνής. Αναγνωρίζει ότι κάνει τέχνη την ίδια την εμπειρία. Και το τονίζει βάζοντας ένα καινούριο σκηνικό στοιχείο. Προσθέτοντας ήχο. Αρχικά έχεις την αίσθηση ότι είναι ένας εξωτερικός τυχαίος ήχος μέχρι να καταλάβεις μέσα από την επανάληψη ότι είναι το τεχνητό ηχητικό περιβάλλον της χορογραφίας. Ένας ήχος που επηρεάζει τον χορό των ερμηνευτών. Με τον ίδιο τρόπο που ένας βιομηχανικός ήχος γίνεται μουσικό έργο, η εμπειρία γίνεται χορογραφική εγκατάσταση, γίνεται τέχνη.
                               
Παρασκευή Τεκτονίδου
Πληροφορίες παράστασης
ιδέα-χορογραφία: Ίρις Καραγιάν
Εικαστική επιμέλεια: Γιώργος Μαραζιώτης
Μουσική: Νίκος Βελιώτης, ILIOS
Συνεργάτης έρευνας: Μπετίνα Παναγιωτάρα
Βοηθός χορογράφου: Έλενα Νοβάκοβιτς
Ερμηνευτές: Ιωάννα Παρασκευοπούλου, Νώντας Δαμόπουλος, Γιώργος Κοτσιφάκης, Βενετσιάνα Καλαμπαλίκη, Ναταλία Μπάκα
Παραγωγή: ομάδα χορού ΖΗΤΑ
Φωτογραφίες: Ελισάβετ Μωράκη
Εκτέλεση παραγωγής: DeltaPi
Πέμπτη 3 έως Κυριακή 6 Μαΐου 2018 στις 21.00
Επικούρου 26 και Κoρύνης 4, Αθήνα Τ.Κ 10554 | Μετρό Ομόνοια, Μοναστηράκι

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου